Το μάθημα, μέσα από την εξέταση και μελέτη αντιπροσωπευτικού αριθμού επιγραφών της ύστερης αρχαιότητας (3ος–5ος αι. μ.Χ.) και της πρωτοβυζαντινής περιόδου (6ος–8οςαι. μ.Χ.) αποσκοπεί στην κατανόηση του σημαντικού αυτού υλικού, που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την αρχαιολογική έρευνα. Εξετάζονται όλα τα είδη των επιγραφών, όπως επιτύμβιες, κτητορικές, αναθηματικές κ.ά. από το συνολικό γεωγραφικό χώρο της αυτοκρατορίας με έμφαση στην ανατολική Μεσόγειο. Το επιγραφικό υλικό μελετάται είτε στα μνημεία (ναούς και άλλα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια), όπου διασώζεται, είτε σε ένα αρκετά ευρύ αρχαιολογικό υλικό, το οποίο εκτίθεται σε μουσεία ή άλλους χώρους. Οι βασικοί θεματικοί άξονες που θα συζητηθούν κατά τη διάρκεια των μαθημάτων είναι: α) ερμηνεία του κειμένου σε σχέση με το χώρο όπου βρίσκονται οι επιγραφές, β) πληροφορίες σχετικά με την οικονομική και διοικητική οργάνωση, τα επαγγέλματα, την εκκλησιαστική και πολιτική ιδεολογία, τα έθιμα και τις κοινωνικές αντιλήψεις, γ) συστήματα χρονολόγησης που αναγράφονται στις επιγραφές, δ) την προβολή μέσα από το κείμενο της προσωπικότητας του κτήτορα (μόρφωση, κοινωνική θέση κ.ά.) και της αντίληψης περί χορηγίας στη βυζαντινή κοινωνία, ε) την προβολή των καλλιτεχνών που δημιούργησαν τα μνημειώδη σύνολα και τα σπουδαία έργα τέχνης, αλλά και τα ταπεινότερα τεχνουργήματα και στ) τη σχέση της εικόνας και άλλων εικονιστικών συμβόλων με το κείμενο των επιγραφών.

Το μάθημα στοχεύει να εξοικειώσει τον φοιτητή/την φοιτήτρια με τον τομέα της Αρχαιολογίας του Φύλου, ο οποίος εξετάζει τις αρχαίες κοινωνίες μέσω της ανάλυσης των έμφυλων ρόλων όπως αυτοί ανιχνεύονται στο αρχαιολογικό αρχείο. Η μελέτη των έμφυλων ρόλων και σχέσεων συμβάλλει καίρια στην ανάπτυξη της επιστήμης της αρχαιολογίας: αφενός προϋποθέτει τον κριτικό αναστοχασμό παλαιότερων ερμηνειών, αφετέρου, συνεισφέρει στην ευρύτερη κατανόηση της κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης των αρχαίων κοινωνιών, καθώς το κοινωνικό φύλο είναι άρρηκτα συνυφασμένο με όλες τις πτυχές της ανθρώπινης ζωής. Πιο συγκεκριμένα, στο πλαίσιο του μαθήματος, θα εξετάσουμε με ποιον τρόπο ορίζεται η έμφυλη ταυτότητα, πώς αυτή κατασκευάζεται και επιτελείται, καθώς και πώς μπορούμε να την μελετήσουμε αρχαιολογικά μέσα από τη στοχευμένη εφαρμογή θεωρητικής και μεθοδολογικής προσέγγισης. Επίσης, στόχος του μαθήματος είναι η σύνδεση της θεωρίας και της μεθόδου με συγκεκριμένα προϊστορικά παραδείγματα από την Ανατολική Μεσόγειο που αφορούν το κοινωνικό φύλο σε σχέση με ζητήματα κοινωνικής ταυτότητας, κύρους, εξουσίας, οικονομικής παραγωγής, συμβολισμού και βιωματικών εμπειριών. Μέσα από την κριτική αναθεώρηση στερεότυπων ερμηνειών αναφορικά με τους έμφυλους ρόλους και τις σχέσεις ανδρών-γυναικών, οι φοιτητές/φοιτήτριες καλούνται να αντικαταστήσουν τις αυθαίρετες “υποθέσεις” με αρχαιολογικά τεκμήρια, και να αντιληφθούν τα επιστημονικά και δεοντολογικά προβλήματα που προκύπτουν όταν προβάλλονται στο παρελθόν σύγχρονα κοινωνικά πρότυπα.

Το μάθημα, εξετάζει την εξάπλωση του ελληνικού στοιχείου στη Μεσόγειο κατά την περίοδο του αποκαλούμενου «Μεγάλου Αποικισμού», από τα μέσα του 8ου αιώνα π.Χ. μέχρι την εποχή των Περσικών Πολέμων (490-480). Θα διερευνηθεί ο όρος «αποικισμός» γενικότερα και ειδικότερα ο χαρακτήρας του Μεγάλου Αποικισμού και τα αίτιά του. Οι προϋποθέσεις ίδρυσης, οι επιλογές τόπων, η διαδικασία και οι περιορισμοί των νέων αποικιών. Οι σχέσεις με τη μητρόπολη και οι σχέσεις με τον ντόπιο πληθυσμό. Οι συνέπειες και τα αποτελέσματά του Μεγάλου Ελληνικού Αποικισμού. Θα παρουσιαστούν τα αποικιακά κύματα προς τις διάφορες περιοχές της Μεσογείου: Ανατολή και Κύπρο, Εύξεινο Πόντο και Προποντίδα, Βόρειο Αιγαίο και Χαλκιδική, Αίγυπτο και Βόρεια Αφρική, Κάτω Ιταλία και Σικελία, Βορειοδυτική Ελλάδα και Ιλλυρία, Γαλατία και Ισπανία. Έμφαση θα δοθεί στην ιστορία και την αρχαιολογία των σημαντικότερων Ελληνικών αποικιών και κυρίως στην αρχαιολογική μαρτυρία και τη διακίνηση αγαθών και ιδεών που καταδεικνύουν τις σχέσεις των πόλεων αυτών, τόσο με τις μητροπόλεις τους, όσο και με τον ευρύτερο Μεσογειακό χώρο.

Το μάθημα εξετάζει τις γραμματειακές πηγές του Νέου Βασιλείου που περιγράφουν σημαίνουσες πτυχές της κοινωνικής, θρησκευτικής και πολιτικής ιδεολογίας των αρχαίων κατοίκων της Νειλοχώρας και της δράσης τους στο πολιτισμικό περιβάλλον της νοτιανατολικής Μεσογείου κατά το δεύτερο μισό της 2ης χιλιετία π.Χ. Διαρθρώνεται σε δύο μέρη: το πρώτο μέρος ολοκληρώνει τις βασικές δομές της γλώσσας με την ανάλυση του ρηματικού συντάγματος και των ρηματικών δομών, και το δεύτερο εντοπίζει και αναλύει τους κυριότερους νεωτερισμούς που εισάγονται στην αιγυπτιακή γλώσσα κατά το Νέο Βασίλειο (μέσα αιγυπτιακά του Νέου Βασιλείου). Κατέχοντας το μη ρηματικό (Α ́ εξάμηνο, μάθημα Υ3) και το ρηματικό σύνταγμα της αιγυπτιακής γλώσσας, ο/η φοιτητής/ρια θα είναι σε θέση να διαβάζει και αναλύσει μεγαλύτερα και συνθετότερα κείμενα από ένα ευρύ corpus επιγραφών και κειμένων του Μέσου και Νέου Βασιλείου. Επιχειρείται, τέλος, μια εισαγωγή στην ιερατική γραφή και την παλαιογραφία του Νέου Βασιλείου.

Το μάθημα αυτό αποτελεί μια εισαγωγή στις νέες τεχνολογίες που με οποιοδήποτε τρόπο υποστηρίζουν και διευκολύνουν το αρχαιολογικό έργο. Ορίζεται η έννοια "Νέες Τεχνολογίες" και εισάγονται οι φοιτητές στην απαραίτητη διεπιστημονικότητα για την εφαρμογή τους. Αναλύονται οι έννοιες Computational Archaeology, Archaeomatics και Digital HumanitiesΠαρουσιάζονται στην συνέχεια οι δυνατότητες των σύγχρονων τεχνολογικών για την Διάδοση και διάχυση της πληροφορίας (δηλ. κοινωνική πληροφόρηση, πολυμέσα κ.τ.λ.). Κατόπιν θίγονται θέματα περιβαλλοντολογικής ευαισθηοποίησης, όπως είναι η κλιματική αλλαγή, η διάχυση ανθρωπολογικών πληροφοριών κλπ. Ακολούθως παρουσιάζονται οι εφαρμογές των σύγχρονων τεχνολογιών για αρχαιολογικές αναζητήσεις με την βοήθεια Τηλεπισκόπησης, Μαγνητομετρίας, Γεωραντάρ κλπ. Επίσης εισάγεται η έννοια της Γεωμετρικής Τεκμηρίωσης Μνημείων και Κειμηλίων και αναπτύσσονται οι σύγχρονες μέθοδοι συλλογής και επεξεργασίας της σχετικής πληροφορίας. Ακολούθως θίγονται ζητήματα αποθήκευσης και διαχείρισης της ψηφιακής πληροφορίας, μέσω της ανάπτυξης βάσεων δεδομένων και συστημάτων πληροφοριών για μνημεία και αρχαιολογικούς χώρους. Η συμβολή των σύγχρονων μεθοδολογιών στην υποστήριξη ανασκαφών αποτελεί τέλος ξεχωριστό κεφάλαιο λόγω της αυξημένης σημασίας της στην καθημερινή αρχαιολογική πρακτική.

Τo μάθημα έχει ως στόχο την καλύτερη κατανόηση των φιλολογικών μαρτυριών που αφορούν στη μνημειακή τοπογραφία της Ελλάδας. Η περιγραφή μνημείων και τόπων αναφέρεται συχνά σε κείμενα που σώζονται ως πολύτιμες πηγές συμπλήρωσης, ακόμη και κατανόησης του έργου της αρχαιολογικής σκαπάνης. Εξετάζεται η αξία λογοτεχνικών πηγών όπως η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, ακόμη και έργα της δραματικής ποίησης. Κυρίως εξετάζονται οι μαρτυρίες των σημαντικότερων συγγραφέων που αποτύπωσαν μέσω του γραπτού λόγου την εμπειρία των πόλεων και των τόπων που επισκέφθηκαν. Αναλύεται το έργου του Ερατοσθένη Γεωγραφικά, το έργο του Παυσανία Ελλάδος Περιήγησις. Τα έργα αυτά δεν παρουσιάζουν μόνο την τοπογραφία των πόλεων που έχει επισκεφθεί ο συγγραφέας, αλλά περιλαμβάνουν την περιγραφή εθίμων, παραδόσεων, ιστοριών συνυφασμένων με τους τόπους αυτούς. Από αυτήν την άποψη οι μαρτυρίες αυτές αποτελούν σημαντική πηγή αρχαιογνωσίας και ανασύστασης του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ειδικά κατά την κλασική περίοδο.